Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010

Movie Reactor: FROZEN (2010)

FROZEN (2010)
Ή «ΤΙ ΠΕΦΤΕΙΣ, ΡΕ ΦΙΛΕ? ΣΚΕΨΟΥ ΠΡΩΤΑ…»

Μέσα σε έναν εξαιρετικά ζεστό Σεπτέμβρη όπως αυτός που διανύουμε, πρέπει ο καθένας να βρει τρόπο να δροσιστεί. Κι όταν όλα τα άλλα σου τελειώνουν, τότε αυτό που απομένει είναι μια δροσερή ταινία νωρίς το βράδυ της Δευτέρας. Δεν είναι μόνο ότι δροσίζεσαι κι ο ίδιος. Είναι που μπαίνεις σε έναν πλαστό κόσμο της φαντασίας ενός σκηνοθέτη ή ενός σεναριογράφου. Κι αυτός ο κόσμος σε κάνει να αποστασιοποιείσαι για λίγο από τα όποια άγχη τελοσπάντων έχουν καταφέρει να εμφιλοχωρήσουν στην αισιόδοξη ματιά με την οποία έχεις αποφασίσει να αντιμετωπίζεις τα πρώτα βήματα της ενήλικης ζωής σου. Πάντως, το τι εννοεί κανείς όταν λέει ότι μια ταινία είναι «δροσερή», αυτό είναι σίγουρα σχετικό. Συνήθως δροσερές θεωρούμε τις ταινίες τύπου «Πρόγευμα στου Τίφφανυς», οι οποίες δεν σε κάνουν να προβληματιστείς πάνω στις βαθιές προβληματικές της σύγχρονης κοινωνίας, απλώς έχουν στόχο να σε κάνουν να περάσεις όμορφα. Αυτές οι ταινίες συνήθως έχουν όμορφους πρωταγωνιστές, ευχάριστες –συνήθως αισθηματικές- υποθέσεις και γρήγορη αλλά γλυκοτσουτσουνίστικη σκηνοθεσία. Στην σημερινή περίπτωση επέλεξα να δω μια «δροσερή» ταινία, η οποία δεν συγκεντρώνει τίποτα από τα παραπάνω. Ήδη από τον τίτλο και από την αφίσα της στο imdb, άρχισα να ξεχνάω την τραγική υγρασία που μπαίνει από την ανοιχτή μου μπαλκονόπορτα. Και να ο λόγος:

Νεαροί φοιτητές αποφασίζουν να αποδράσουν για σουκού στα χιονισμένα βουνά της περιοχής τους και να εκτονώσουν τη ρουτίνα τους κάνοντας σκι. Οι δυο κολλητοί φίλοι, έμπειροι σκιέρ, αποφασίζουν να πάρουν μαζί τους την κοπέλα του ενός και να της μάθουν πώς να στέκεται στα πέδιλα χωρίς να τρώει η μούρη της χιόνι. Ανεβαίνουν λοιπόν στην πλαγιά του χιονοδρομικού με το τελεφερίκ, και ξεσκίζονται στο σκι και στις τούμπες. Στην κατάβαση της πλαγιάς με το τελεφερίκ, όμως, κι ενώ πια σουρουπώνει, οι φύλακες του χιονοδρομικού δεν βλέπουν τους τρεις φίλους που κατεβαίνουν, κλείνουν το ρεύμα, με αποτέλεσμα να ξεμείνουν οι τρεις τους στο κάθισμα του τελεφερίκ, ξεκρέμαστοι στον αέρα. Πανικοβάλλονται, αδυνατούν να πιστέψουν ότι τους συνέβη αυτό το πράγμα και ελπίζουν ότι αυτό που τους συμβαίνει είναι ένα λάθος και ότι οι φύλακες θα ξανανοίξουν το ρεύμα για να λειτουργήσει και πάλι το τελεφερίκ, όμως αυτό δεν γίνεται ποτέ. Και τότε, μέσα στην πηχτή νύχτα και το τσουχτερό κρύο, χωρίς κινητά τηλέφωνα και γεμάτοι πανικό και απελπισία, αρχίζουν και παίρνουν βιαστικές πλην όμως μοιραίες αποφάσεις, με σκοπό να κατέβουν. (SPOILERS:) Ο ένας αποφασίζει να πηδήξει από το κάθισμα του τελεφερίκ στο έδαφος. Όταν όμως το επιχειρεί, με το που πέφτει στο έδαφος σπάει και τα δυο του πόδια και μένει ακινητοποιημένος στην χιονισμένη πλαγιά, με τους δυο άλλους να τον κοιτάνε από ψηλά. Κι εκείνη τη στιγμή, ακούγεται το πρώτο ουρλιαχτό ενός λύκου…

Ο –άγνωστος σε μένα- σκηνοθέτης Adam Green, ο οποίος υπογράφει και το σενάριο, καταπιάνεται και πάλι με το είδος του θρίλερ αγωνίας. Στην περίπτωση αυτή, όμως, δεν υπάρχει κάποιο παραμορφωμένο πλάσμα που κρύβεται σε καμπίνα βαθιά στην καρδιά του δάσους, ούτε κανένα στοιχειό νεκρής κοπελίτσας που διψάει για εκδίκηση. Εδώ η απειλή είναι η ίδια η φύση.
Την φύση, λοιπόν, χειρίζεται ο σκηνοθέτης για να μεταδώσει το αίσθημα της αγωνίας στον θεατή, και τα καταφέρνει αρκετά καλά, κυρίως για δυο λόγους:
Α) δημιουργεί ένα εξαιρετικά κλειστοφοβικό αίσθημα στον θεατή, παρά τα γεγονός ότι η δράση τοποθετείται σε μια βουνοπλαγιά, πάνω σε ένα κάθισμα τελεφερίκ, δηλαδή στον ανοιχτό αέρα. Ο θεατής νιώθει ότι οι ήρωες, εγκλωβισμένοι 100 μέτρα πάνω από την χιονισμένη πλαγιά, δεν μπορούν να πάνε πουθενά, δεν έχουν καμία έξοδο διαφυγής. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς κλειστοφοβικός για να καταλάβει την αιτία του πανικού που καταλαμβάνει τους ήρωες, ούτε την άβολη θέση που τοποθετεί τον θεατή.
Β) τοποθετώντας τους ήρωες σε ένα παντελώς άδειο χιονοδρομικό κέντρο, μέσα στην καρδιά της φύσης, εγκλωβισμένους, ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί τον τρόμο και το δέος που μπορεί να σου προκαλέσει η άγρια πλευρά της φύσης. Ακόμα κι ένα μεγάλο και φουντωτό δέντρο (το δέντρο είναι το σύμβολο της ζωής στην αστική κουλτούρα), φαντάζει τρομαχτικό μέσα στην μαύρη νύχτα του χιονισμένου τοπίου που έχει παγιδέψει ο σκηνοθέτης τους ήρωες του. Η μοναξιά του μεμονωμένου ανθρώπου μέσα στην απεραντοσύνη της φύσης είναι αυτό που ενεργοποιεί τον αρχετυπικό φόβο του ανθρώπου προς επιβίωση (ας μην ξεχνάμε ότι ο προϊστορικός άνθρωπος οργανώθηκε σε κοινωνίες, για να αντιμετωπίσει με άλλους ανθρώπους την απεραντοσύνη της φύσης). Κι αυτού του είδους τον φόβο καταφέρνει και τσιγκλάει ο σκηνοθέτης.

Πέρα από τα δυο αυτά στοιχεία που τα βρήκα αρκετά ενδιαφέροντα, η ταινία δεν ξεφεύγει από τα αμερικάνικα κλισέ, όπου ένας –μπορεί και περισσότεροι- θυσιάζεται για να ζήσουν οι υπόλοιποι, το μοτίβο ότι οι άνθρωποι σε ακραίες περιπτώσεις κινδύνου βγάζουν το πραγματικό τους πρόσωπο, ότι ο φόβος μπροστά στον κοινό κίνδυνο φέρνει τους ανθρώπους πιο κοντά κλπ κλπ κλπ… Πράγματα που τα έχουν πει σε μεγαλύτερο βάθος παλαιότεροι σκηνοθέτες.

Ομολογώ ότι ήταν πολύ ωραία σκηνή εκείνη του θανάτου, περίπου στην μέση της ταινίας (δεν μπορώ να πω περισσότερα, δεν θέλω να προδώσω κάτι από την πλοκή, αλλά είμαι σίγουρος ότι όταν την δείτε, θα καταλάβετε για ποια σκηνή μιλάω).

Τα πλάνα είναι αδιάφορα, το μοντάζ ικανοποιητικό, το σενάριο δεν έχει ιδιαίτερα κενά, αν και δεν είναι ομοιόμορφα δομημένο και η σκηνογραφία είναι εξαιρετική. Ευτυχώς τα τεχνικά χαρακτηριστικά της ταινίας είναι αρκετά ικανοποιητικά, οπότε δεν έχει κανείς πρόβλημα να την παρακολουθήσει.

Ευτυχώς ο σκηνοθέτης επιλέγει να μην βάλει μουσική επένδυση στην ταινία, κάτι που θα την έκανε πολύ πιο φτηνιάρικη από ότι είναι τώρα. Δεν χρειάζεται μουσική για να κάνει πιο έντονες τις καταστάσεις που περιγράφει, αυτές είναι αρκετά έντονες από μόνες τους.

Οι ερμηνείες είναι ανύπαρκτες, έως και ερασιτεχνικές. Όμως, με δεδομένο ότι οι χαρακτήρες των ηρώων της ταινίας είναι αρκετά μονοδιάστατοι, δεν μπορούσαν να κάνουν και πολλά πράγματα οι ηθοποιοί ώστε να αναπτύξουν τον ήρωα που ενσάρκωνε ο καθένας.

Καλή. Μην περιμένετε να δείτε μια ταινία τρόμου με ξεκοιλιάσματα ή φαντάσματα και παραψυχολογία. Ό,τι σε φοβίζει εδώ, είναι υπαρκτό. Μια καλή επιλογή για σπίτι με μικρή παρέα, ποπ-κορν, αφράτο καναπέ και κουβέρτα στα πόδια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου